αγγελόσκιασμα

αγγελόσκιασμα
το, -ατος
το αγγελόκρουσμα, η επιθανάτια αγωνία.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αγγελόσκιασμα — το [αγγελοσκιάζω] 1. ψυχορράγημα 2. έντονος τρόμος 3. επιληψία, σεληνιασμός …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”